Σάββατο 8 Σεπτεμβρίου 2012

Σιωπηρή, Μυστική & Ιερή Συνομωσία Σέρι-Βανίλιας

 

 -"Λάμπεις"!
     Η διαπίστωση, διατυπωμένη έτσι απλά, έπεσε σα λαμπερή αστρόσκονη πάνω της. Τούτο είχε σαν αποτέλεσμα, να λάμψει ακόμα πιότερο. Ή τουλάχιστον -έστω για τους ...δύσπιστους- κι αν υποτεθεί πως δεν έλαμπε πραγματικά, στο άκουσμα τούτης της μονολεκτικής ...εκπυρσοκρότησης, από μέρους του, σε συνδυασμό με τη λιγωμένη ματιά, έφερε ακριβώς αυτό το αποτέλεσμα. Ακόμα κι αν δεν έλαμψε ποτέ, σημασία έχει πως εκείνος έτσι την είδε, εκείνη την ώρα.
     Τον κοίταξε έντονα και βαθιά. Μείνανε κάμποσο έτσι, να κοιτάζονται, στο χαμηλόφωτο δωμάτιο. Γυμνοί και κουκουλωμένοι στα σκεπάσματα, λόγω του Δεκεμβριάτικου κρύου, που κόντρα στη κεντρική θέρμανση, είχε καταφέρει να τρυπώσει και να επιβληθεί στο χώρο. Έπειτα του μίλησε:
 -"Εσύ με κάνεις και λάμπω" μ' ένα χαμηλόφωνο, βραχνό και γελαστό ήχο...
     Θα μπορούσε να πει κανείς, πως η αστρόσκονη, που μόλις πριν λίγο της είχε ...εκσφενδονίσει -κλεισμένη σε μια λέξη και μια ματιά- πάνω της, δεν απορροφήθηκε όλη δια μιας. Αρκετή απ' αυτή κάνωντας ένα αργό "γκελ" πάνω στο κορμί, στο πρόσωπο, στα μαλλιά της, επέστρεψε κι απλώθηκε παντού πάνω του. Έλαμψε κι εκείνος ετερόφωτα...
 -"Όχι... όχι..." βιάστηκε να διορθώσει τα πράματα εκείνος, "εσύ λάμπεις από μοναχιά σου... Σα λάμπα που τραβάει τις μύγες -εμένα δηλαδή- πάνω της..." της είπε χαμογελαστός.
 -"Τότε... ίσως να 'ναι η ψευδαίσθηση του μισόφωτου" του αντιγύρισε θριαμβευτικά και παιχνιδιάρικα. Κούνησε το κεφάλι του, σοβαρός-σοβαρός:
 -"Μπά... δεν είν' αυτό και το ξέρεις... Μη ξεχνάς πως σ' έχω δει στο φως..." κι έπειτα πρόσθεσε, υπερθεματίζοντας, γελαστός: "Όταν σε πρωτόδα ήταν μέρα"! κι άφησε τη φράση του να αιωρηθεί πάνω της.
     Όλη αυτή την ώρα, είχε βυθίσει ..."βάναυσα" τα μάτια του στα δικά της. Ένιωθε ...έμπνευση, όταν βυθιζόταν μέσα της! Ένιωθε πως πλημμύριζε. Δεν άντεξε πολύ και κατέβασε τα μάτια της χαμηλά. Έπειτα βάλθηκε να κοιτάζει τον απέναντι τοίχο και σα να μονολογούσε:
 -"Θυμάμαι... σαν τώρα το θυμάμαι..." και ξαφνικά, σα να βρήκε τη ...λύση, γύρισε να ...ξανακαρφωθεί από το βλέμμα του και πρόσθεσε χαρούμενα, παιχνιδιάρικα και θριαμβευτικά, γι' άλλη μια φορά: "Με κοιτούσες γι' αυτό έλαμπα"!
     Της χαμογέλασε, μη αντέχοντας τόση ...πίεση. Χαμογέλασε βαθιά, πλατιά και μακάρια! Ένα ξαφνικό κύμα τον πλημμύρισε. Χώθηκε ακόμα πιο βαθιά μέσα στα μάτια της:
 -"Σε κοιτούσα... ναι, μα ήταν γιατί έλαμπες ήδη..." της είπε κι άπλωσε το δεξί χέρι, στη ζεστή, λεία και γυμνή κοιλιά της, κάτω από τα σκεπάσματα. Εκείνη ρίγησε! Το χέρι του ήταν λιγάκι μόλις πιο κρύο από τη κοιλιά της. Ίσως γι' αυτό! Ίσως πάλι κι όχι... Ποιός ξέρει;
 -"Είσαι υπερβολικός, όπως πάντα" του 'πε βραχνά, χωρίς να χαμογελά πια. 'Απλωσε το άλλο χέρι κι ανακάτεψε τα μαλλιά της που πέφτανε στο μαξιλάρι και στο γυμνό της ώμο. 'Αγγιξε και τον ώμο της κι ανατρίχιασαν κι οι δυό...
     Είχε άφθονη αστρόσκονη ακόμα να της ψεκάσει κι ήξερε πως ένα αρκετά σεβαστό μέρος θα 'πεφτε πάλι πάνω του, ανακλούμενο από το κορμί της.
     Για την ακρίβεια, τώρα πια θα 'θελε, να 'μενε όλη μα όλη πάνω της.
     Για την ακρίβεια, να γέμιζε το κορμί και το "είναι" της. Αυτός είχε πάρει το αναλογούν, ζωτικό μερίδιό του για σήμερα και θα 'θελε να τη γέμιζε απ' άκρου σ' άκρο.
     Για την ακρίβεια... για την ακρίβεια... ποιός μπορεί να 'ν' ακριβής και σίγουρος; Ίσως να 'θελε κι εκείνη το ίδιο γι' αυτόν. Να τον ποτίσει, να τον ανακουφίσει, να τον χορτάσει...
     Για την ακρίβεια, ίσως να μην ήθελε να λάμπει άλλο. Να μην ήθελε να λάμπει καν τόσο πολύ. Δηλαδή, έστω να μην έβλεπε 'κείνος κάτι τέτοιο. Ίσως να 'θελε να κυλιστούνε μαζί στη λάσπη σα γουρουνάκια! Ποιός μπορεί να 'ναι σίγουρος κι ακριβής, με τις λεπτότατες διαδρομές, διακλαδώσεις κι αποχρώσεις του ανθρώπινου λογισμού και ψυχισμού; Ίσως να 'θελε, απλά να πηδηχτούνε σαν άβουλα ζωάκια, μέχρι τελικής πτώσεως. Ή να κάθονταν έτσι απλά, αγκαλίτσα οι δυό τους, αγγίζοντας ο ένας τον άλλο και ταξιδεύοντας σ' άλλες σφαίρες.
     Για την ακρίβεια, δε μπορεί να 'ναι κανείς ακριβής και σίγουρος παρόλο που όλα όσα αναφερθήκανε παραπάνω, είν' ένα και το αυτό!
     Για την ακρίβεια, ...ποιός νοιάζεται για την ακρίβεια κάτι τέτοιες στιγμές; Ότι είναι να γίνει, θα γίνει! Ή μάλλον...
     Για την ακρίβεια, αυτό που τελικά θα γίνει, ήταν και το σωστότερο να γίνει. Αλλά είπαμε: Ποτέ κανείς δε μπορεί να 'ναι σίγουρος κι ακριβής για τίποτε. Ειδικά με τούτα τα πράματα...
     Για την ακρίβεια, ...στιγμές! Απλώς στιγμές...

"Ένα παραμύθι
  που δεν
                                                 Γενάρης 2005
  ...ειπώθηκε"!

__________________________________________________
_______________________________
  Σημ: Ο τίτλος, φαινομένικα, δεν έχει καμμιά σχέση με το κείμενο. Είναι κλεμμένος από ένα μικρό διάλογο, στο βιβλίο του Dean Koontz με τίτλο "Μια Πόρτα Πριν Τον Παράδεισο" από τις Εκδόσεις "ΒΕLL"! Ο διάλογος αυτός είναι ...καταχρηστικός, απ' άκρου σ' άκρο. Υποτίθεται πως συνομιλούν μια καλοκάγαθη, ηλικιωμένη νοικοκυρά κι ένας τραχύς, μα καλόκαρδος ντετέκτιβ, που αλληλοσυμπαθιούνται τα μάλα! Ανταλλάσσουν συνεχώς φραστικά ..."καλούδια" κι η θεία Τζεν κερνά τον Νόα κόκα-κόλα με σιρόπι βανίλλιας. Της φτωχής όμως της έχει τελειώσει το σιρόπι βανίλλιας κι αντ' αυτού έχει προσθέσει λίγο σιρόπι σέρρυ που ο άλλος κάνει πως δε καταλαβαίνει. Κι όταν τον ρωτά αν του άρεσε κι αν θέλει να του σερβίρει κι άλλο ένα μεγάλο ποτήρι, εκείνος δέχεται με χαρά λέγοντάς της πως κανένας άλλος στο κόσμο ολάκερο δε σερβίρει τόσο όμορφη κόκα-κόλα με ...βανίλλια και με τόσο όμορφο τρόπο.
  Ή έστω κάπως έτσι!
      Δηλαδή για να 'μαστε ακριβείς, πρόκειται για την ούσια τούτου του διαλόγου, στο ...περίπου.
     Για την ακρίβεια, αυτή την ουσία συνέλαβα εγώ. Μα... είπαμε: Ποιός και πως, μπορεί να 'ναι     σίγουρος κι ακριβής;

 πηγή :   Περί...γραφής  

______________________________________

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου