Σάββατο 3 Δεκεμβρίου 2011

Το Ακαταμάχητο «Εμείς»:Η Ψυχωσική Αναζήτηση της Φαντασιακής Κοινωνικής Συνοχής


αναδημοσίευση από  RedNooteBook

Η επανάσταση του συλλογικού κατά της δικτατορίας των ατομικών εγωισμών έχει ξεκινήσει, με σημαιοφόρο την κυβέρνηση, αρωγούς τους εσωτερικούς και διεθνείς συμμάχους της και αποστολή την αποκατάσταση της φυσικής τάξης πραγμάτων




1. Αυτουργοί

Μετά από χρόνια αναζήτηση και άοκνες προσπάθειες ανακαλύφθηκε το αίτιο της δημοσιονομικής εκτροπής. Η αλόγιστη κατανάλωση και η κατάχρηση των εργασιακών δικαιωμάτων που αφειδώς παραχωρήθηκαν στις δεκαετίες που ακολούθησαν τη μεταπολιτευτική ευφορία, έφεραν τη δημοσιονομική κρίση σε καλπάζουσα μορφή. Αυτουργοί της εγκληματικής αντικοινωνικής συμπεριφοράς που επιπροσθέτως έχει βυθίσει τη χώρα στο βάλτο της διεθνούς απαξίωσης και ανυποληψίας είναι οι νυν και πρώην εργαζόμενοι που από απληστία συσσώρευσαν πλούτο εις βάρος του κοινωνικού συνόλου και των γενεών που ακολουθούν.

Για να ακριβολογούμε: όχι όλοι οι εργαζόμενοι, κυρίως οι χαμηλόμισθοι, όχι όλοι οι συνταξιούχοι, κυρίως οι χαμηλοσυνταξιούχοι. Διότι αυτοί εκμεταλλεύθηκαν με δόλιο τρόπο όλες τις αλόγιστες παροχές που αφειδώς τους παρέσχε το υπερτροφικό κοινωνικό κράτος της μεταπολίτευσης:

   ● επιβάρυναν χωρίς όρια το κράτος και τις επιχειρήσεις με υπέρογκο μισθολογικό κόστος που εξαφάνισε τα κέρδη και οδήγησε σε αλόγιστο δανεισμό,
   ● εξάντλησαν τα ταμεία με εξωφρενικές συντάξεις που επιπλέον παρατείνονται εις το διηνεκές, αποτέλεσμα της εξωφρενικής επιμήκυνσης του μέσου χρόνου ζωής,
   ● έχουν οδηγήσει σε χρεωκοπία την περίθαλψη με την άθλια κατάχρηση φαρμάκων και σε συμφόρηση των νοσοκομείων που τα χρησιμοποιούν περίπου ως ξενοδοχειακές εγκαταστάσεις αναψυχής,
   ● φοροδιαφεύγουν χωρίς αιδώ, αποκρύπτοντας πλεονάζοντα εισοδήματα, χωρίς μέριμνα για τα κρατικά έσοδα,
   ● διακατέχονται από άκρατο εγωισμό, αδιαφορώντας για την τύχη της κοινωνίας και κυρίως των υγιών επιχειρηματικών δυνάμεων που παράγουν το όποιο κοινωνικό προϊόν έχει απομείνει στη χώρα.

Αυτή η ακατάσχετη πορεία προς την κοινωνική και οικονομική παρακμή φαινόταν έως πριν από λίγο καιρό νομοτελειακή και αδυσώπητη. Και φαίνεται πως χρειάστηκε τελικά να προβάλει ανάγλυφη μπροστά μας η πραγματικότητα της χρεωκοπίας για να ξυπνήσει το συλλογικό ασυνείδητο, να εξεγερθεί κατά της στυγνής εκμετάλλευσης της χώρας, να συγκροτήσει το υγιές μέτωπο της «συμμαχίας του αυτονόητου» που προβάλλει πλέον πειστικά ως εναλλακτική λύση που θα βγάλει την κοινωνία από την παρακμή.

Η επανάσταση του συλλογικού κατά της δικτατορίας των ατομικών εγωισμών έχει ξεκινήσει, με σημαιοφόρο την κυβέρνηση, αρωγούς τους εσωτερικούς και διεθνείς συμμάχους της και αποστολή την αποκατάσταση της φυσικής τάξης πραγμάτων.

Η χρεωκοπία ξύπνησε επιτέλους τα υγιή ανακλαστικά του έθνους!

2. Σωτήρες

Με πρωτοπορία την κυβέρνηση και τους συμμάχους της έχει ξεκινήσει μια αγωνιώδης «συλλογική» επιχείρηση για την «αναστροφή της παρακμής». Μια εργώδης προσπάθεια που οι απαρχές της θα αναζητηθούν στην ανυποψίαστη περίοδο, όταν αθορύβως προετοιμαζόταν η «επιχείρηση αρετή».

Από προσωπικότητες ευρύτατου κοινωνικού κύρους όπως είναι ο πρώην πρωθυπουργός Σημίτης, ο οποίος στην παρέμβασή του στη συζήτηση για τον Προϋπολογισμό του 2009 δήλωνε τον Δεκέμβριο του 2008, επικαλούμενος πηγές της Ευρωπαϊκής Επιτροπής ότι η «η Ελλάδα […] καλό θα ήταν να αναγκαστεί να προσφύγει στο Διεθνές Νομισματικό Ταμείο για δανεισμό, ώστε η παρακολούθηση της ελληνικής οικονομίας να είναι αρμοδιότητά του και όχι φροντίδα της Επιτροπής». Ουδέποτε όμως καταδέχτηκε να ερμηνεύσει γιατί και με ποιο τρόπο η «ισχυρή Ελλάδα» των ημερών του άφησε το χρέος να παρακολουθεί το ΑΕΠ σε σχέση 100%, όταν το τελευταίο αυξήθηκε κατά 50% στη «χρυσή οκταετία» της διακυβέρνησής του. Προφανώς από τις «φορολογικές ελαφρύνσεις» του επωφελήθηκαν τα συνήθη τρωκτικά, οι χαμηλόμισθοι και χαμηλοσυνταξιούχοι.

Από τον πρωθυπουργό που κατά δήλωση του τότε επικεφαλής του ΔΝΤ, εναγωνίως τον εκλιπαρούσε να βρει τρόπο εμπλοκής του Ταμείου στη διαδικασία δανειοδότησης «έκτακτης ανάγκης» της Ελλάδας ενάντια σε κάθε παράδοση της ΕΕ η οποία απλώς προέβλεπε επιτήρηση σε περιπτώσεις σοβαρών αποκλίσεων από τη δημοσιονομική πειθαρχία. Και ταυτόχρονα «φόρτωνε» το έλλειμμα με κάθε είδους πρόσθετες δαπάνες (με χειρισμούς ευκολίας στις αμυντικές δαπάνες που έχουν δυνατότητα χρονικού επιμερισμού κατά περίπτωση, ελλείμματα των ΔΕΚΟ που αιφνιδιαστικά έμπαιναν στην κεντρική Κυβέρνηση, δημιουργική λογιστική που για πρώτη φορά στα χρονικά χρησιμοποιείτο για την παραγωγή πρόσθετων ζημιών, κλπ.). Ενώ παράλληλα ισχυριζόταν απευθυνόμενος προς το εθνικό ακροατήριο ότι ουδέν πρόβλημα υφίσταται για τον ελληνικό δανεισμό.

Από τους χειριστές των δημόσιων οικονομικών που έχουν πια χάσει κάθε αίσθηση πραγματικότητας στη λήψη μέτρων, αγνοώντας ακόμη και τις στοιχειώδεις δημοσιονομικές επιπτώσεις των προτάσεων που απερίσκεπτα συμφωνούν με τους δανειστές. Εδώ όλη η προηγούμενη διετής περίοδος έχει να δώσει δείγματα απροσμέτρητου «εθνικού αλτρουισμού», αλλά η «βασιλεία» Βενιζέλου ξεπερνάει κάθε προηγούμενο: Με αφάνταστη επιπολαιότητα ψηφίζουν (!) αγεληδόν μέτρα που οι ίδιοι αναιρούν εντός μηνός με νέα επαχθέστερα και με κοινό παρονομαστή την ένταση της αντίστροφης αναδιανομής από τους μη έχοντες: περικοπή των χαμηλών μισθών και συντάξεων, αυξημένες εισφορές επί όλων των ακινήτων ιδίως των χαμηλής αξίας των λαϊκών στρωμάτων, εισφορά «αλληλεγγύης» για να αναλάβουν επιτέλους οι χαμηλόμισθοι κηφήνες τον λογαριασμό των τεμπέληδων ανέργων.

Επιχείρηση η οποία διαθέτει ακόμη πολλά επεισόδια που θα τα δούμε να παίζονται με την ανάλογη δραματουργία που απαιτούν οι περιστάσεις έως το τέλος του έτους και εφεξής.

Πρώτο στάδιο είναι η απειλή της χρεωκοπίας (τι ακριβώς σημαίνει αυτό όταν ήδη βρίσκεσαι υπό καθεστώς αναγκαστικής διαχείρισης και οι πιστωτές υπαγορεύουν τις προτεραιότητες ικανοποίησης των απαιτήσεων;).

Δεύτερο που ήδη προβάλλεται στα «προσεχώς» η στάση πληρωμών, που διανθίζεται με ημερομηνίες λήξης ομολόγων, αλλά δεν τα αφορά: η στάση πληρωμών απευθύνεται στο εσωτερικό και τις αντίστοιχες υποχρεώσεις. Τον Οκτώβριο ή οποιονδήποτε άλλο μήνα «στερεύει» το ρευστό στο ελληνικό Δημόσιο οπότε δεν θα πληρωθούν μισθοί, συντάξεις, υποχρεώσεις γενικότερα. 

Τρίτο και σημαντικότερο είναι το μέλλον ως υποχρέωση και απειλή. Υποχρέωση προς τις επερχόμενες γενεές και απειλή από τον εξοστρακισμό εκτός της ζώνης του Ευρώ.

Χαρακτηριστικό παράδειγμα ευθύνης που σε συνδυασμό με την προοπτική οδηγεί σε κοινωνικό δαρβινισμό με την επιβίωση των κοινωνικά ισχυρών: θρίαμβος των μεταλλάξεων που υπαγορεύονται από τις απαιτήσεις του εξωτερικού περιβάλλοντος. Ο Λυσένκο στην πάλαι ποτέ κραταιά ΕΣΣΔ είχε «εφεύρει» τις προλεταριακές αγελάδες που με εξωτερικά (προοδευτικά) ερεθίσματα παρήγαν διπλάσιο γάλα. Η εγχώρια και ευρωπαϊκή νομενκλατούρα του νεοφιλελευθερισμού μιμείται το ξεχασμένο παράδειγμά του με μια «ευγενή» φιλοδοξία: να μεταλλάξει τον μέσο εργαζόμενο στην κατεύθυνση του περίφημου άλογου που δούλευε μέχρι τελικής πτώσεως για το κοινό καλό στο Animal Farm του G. Orwell.

Σωτηρία δεν μπορεί να υπάρξει όμως χωρίς το «κοινό συμφέρον», χωρίς ένα απέραντο «εμείς» που αγκαλιάζει όλη την κοινωνία, φανταστικό είδωλο του εγχειρήματος του κεφαλαίου που επιχειρεί να εκφράσει το συμφέρον του ως συμφέρον όλης της κοινωνίας

3. Η κοινωνία ως φαντασιακό «εμείς»

«Η πατρίδα κινδυνεύει», δηλώνει με κάθε ευκαιρία και σε οποιονδήποτε τόνο ο πρωθυπουργός. Δεν πρόκειται να βγούμε από την κρίση με αυτές τις πολιτικές αντιτείνει ο Α. Σαμαράς και η ΝΔ. Πάνω από την ελληνική κοινωνία πλανάται το φάντασμα του συλλογικού εμείς, είτε ως απειλή και φόβητρο (να μην ξανακάνουμε τα σφάλματα του παρελθόντος, να μην καταναλώνουμε περισσότερα από όσα παράγουμε όπως έλεγε και ο «Εθνάρχης», να επιδείξουμε σύνεση και αξιοπιστία) είτε ως  προοπτική (να μην υποθηκεύουμε την τύχη και την περιουσία των επερχόμενων γενεών). Αυτά για όσους κοιτάνε μπροστά (με το γενναιόδωρο «Δεν είναι η ώρα για την απόδοση ευθυνών!», λες και στην απονομή δικαιοσύνης καθημερινά συνυπολογίζεται κάποιο «κόστος ευκαιρίας»), ταγμένοι στις προοπτικές του «έθνους» και της «πατρίδας».

Πανθομολογούμενη η αδικία που χαρακτηρίζει τα μέτρα, όπως πρώτος θα αναγνωρίσει ο πολυπράγμων αντιπρόεδρος. Και γεννάται το αυθόρμητο ερώτημα: δεν μπορούν να στραφούν επί το δικαιότερο; Δεν υπάρχει άλλη διέξοδος εκτός από το περιορισμό του εισοδήματος αυτών που δεν έχουν, τον περιορισμό του αφορολόγητου στα 5.000 € που αφαιρεί το 10% του εισοδήματος από όσους αγωνίζονται για να επιβιώσουν; Και πάλι η απάντηση στηρίζεται στη συλλογική ενοχή: Οι (συλλογικές) αμαρτίες του παρελθόντος («μαζί τα φάγαμε!») μας οδήγησαν στη διεθνή επιτήρηση, οπότε ενώ οι κυβερνώντες αναγνωρίζουν το «σωστό» είναι εντούτοις ανήμποροι να το υιοθετήσουν εξαιτίας των «ξένων»: Οι «άγνωστοι τρίτοι» που μπήκαν στο παιχνίδι επειδή εμείς δεν κατορθώσαμε να βάλουμε τάξη στα του οίκου μας, απαιτούν ως εκπρόσωποι των «άλλων», των εκτός του πανταχού παρόντος «εμείς» να υποκύψουμε στις απαιτήσεις τους. Αλλά τελικά, όταν «σωθεί η πατρίς» θα επιστρέψει η απόλυτη κυριαρχία του συλλογικού «εσωτερικού» υποκειμένου που απλώς τώρα υποκύπτει στις εξωτερικές επιταγές. Και στην «αισιόδοξη» εκδοχή του: με σκληρή δουλειά (ποιων άραγε;) θα τα καταφέρουμε (ποιοι άραγε;).

Και όπως σε κάθε σοβαρή μάχη που καλείται να δώσει ένας στρατός, ο εχθρός που αντιμετωπίζει είναι πάντοτε διττός: ο εσωτερικός και ο εξωτερικός. Ο εσωτερικός αντιμετωπίζεται με σειρά μέτρων που στοχεύουν στον εξορκισμό του (κακού) παρελθόντος και των σχετικών σταγονιδίων του παρόντος, «παρά φύση» μέτρα τα οποία με «βαριά καρδιά» λαμβάνει η κυβέρνηση (μην ξεχνάμε είναι σοσιαλιστές!). Ο εξωτερικός (οι «ξένοι») προκαλεί ευρύτατο φάσμα αντιδράσεων, από τη στάση του «αναγκαίου κακού» (οι διοικούντες τους χρειάζονται για να τιθασεύσουν το παρελθόν, δίκην «τεχνικής βοήθειας»), έως την «εθνικοπατριωτική» ανάταση (τα 70 χρόνια από το ΕΑΜ φωτεινός φάρος!) και την κραυγή για ανατροπή της «ξένης» κατοχής, της «κυβέρνησης των δοσίλογων» και των συνεργατών τους.

Τα μέτωπα είναι ανοιχτά.

4. Ο εσωτερικός εχθρός

Όλα τα μέτρα που έχουν κατ’ επανάληψη ληφθεί στην τελευταία διετία διαθέτουν δυο όψεις. Η μια «διασφαλίζει» το «κοινό συμφέρον». Η άλλη αντιμάχεται τον «εσωτερικό εχθρό». Με δύναμη, πυγμή, με όλα τα μέσα της εξουσίας η οποία στην εποχή του «μειωμένου κράτους» είναι πανταχού παρούσα για να θυμίζει τον τρόπο που επιβάλλονται και διαιωνίζονται οι συσχετισμοί δύναμης, ιδίως σε μια εποχή που η πρώτη όψη δεν φαίνεται να «περπατάει» με τον αναμενόμενο ρυθμό. 

Εν αρχή ην το «υδροκέφαλο» Δημόσιο με τις «στρατιές» των δημοσίων υπαλλήλων, οι οποίοι παρεμπιπτόντως διοικούνται από τις δομές που κατά 90% έχει εγκαθιδρύσει το ΠΑΣΟΚ ως παντοκράτορας της κρατικής διαχείρισης επί δεκαετίες. Περικοπή αποδοχών, μετατάξεις και πρόσφατα «εργασιακή εφεδρεία», μελλοντικά απολύσεις, είναι οι μέθοδοι αντιμετώπισης του «εσωτερικού εχθρού». Με φληναφήματα περί αξιολόγησης, όταν όλοι γνωρίζουν με ποιον εξευτελιστικό τρόπο στελεχώνονται οι θέσεις ευθύνης με την ευλογία των κρατούντων, και χωρίς επί δύο ολόκληρα χρόνια να έχει τεκμηριωθεί αν και πού πλεονάζει προσωπικό, αν και πού υπάρχει έλλειψη, αν και πού αυτό μπορεί να καλυφθεί με εσωτερικές μετακινήσεις. Για να φτάσουμε στη μεγαλειώδη απορία Βενιζέλου σε μια από τις δεκάδες συνεντεύξεις που δίνει για να αναιρέσει όσα είχε πει στην προηγούμενη, όπου και διατύπωσε την εικασία: «Αποκλείεται σε 1 εκατομμύριο δημόσιους υπαλλήλους (μετρημένοι είναι 700 χιλιάδες) να μην υπάρχει 3% πλεονάζον προσωπικό (είναι οι 30 χιλιάδες που χρειάζεται να δώσει ως λύτρα για την έκτη δόση)». Υποτίθεται ότι είναι κυβέρνηση. Υποτίθεται ότι διοικούν. Υπάρχει περιθώριο για απορίες;

Ο «εσωτερικός εχθρός» αποτυπώθηκε ανάγλυφα όμως και στην πρόσφατη συζήτηση για τις αλλαγές στην ανώτατη εκπαίδευση που έφερε ο νέος νόμος, ο οποίος είναι ακριβώς οικοδομημένος πάνω στην αντίληψη του εσωτερικού εχθρού: Αποκλεισμός της πάντα ευαίσθητης κοινωνικής κατηγορίας των φοιτητών από τη διοίκηση των πανεπιστημίων, κλειστοφοβικός διορισμός «βασιλικών επιτρόπων» στις σχολές και αριστίνδην συγκλήτων, άλλα μέτρα που καταργούν το αυτοδιοίκητο, για να μην θιχτεί καν το ζήτημα του άσυλου, σε μια προσπάθεια να ελεγχθεί η τυφλή δυναμική μιας νεολαίας που το αδιέξοδο και η αμεσότητα του κοινωνικού αποκλεισμού (ποσοστά ανεργίας της τάξης του 30% με 40% κατά περίπτωση) έχει εξωθήσει εκτός του ελέγχου των δήθεν φοιτητικών παρατάξεων των κομμάτων εξουσίας.

Δεν είναι τυχαίο ότι η θεωρία του εσωτερικού εχθρού διατυπώθηκε με τον πλέον οξυδερκή και γλαφυρό τρόπο στη συζήτηση του νόμου για την παιδεία από τον εκπρόσωπο του ΛΑΟΣ Μ. Βορίδη, με περγαμηνές από την πάλαι ποτέ μακρά θητεία του σε φασιστικές παρακρατικές οργανώσεις και σήμερα ενταγμένο στα πολιτικά σαλόνια εξουσίας, έστω και με το φύλλο συκής της φασίζουσας «ορθοδοξίας». Στο λόγο του αρχικά διατύπωσε επαίνους προς την υπουργό για την τόλμη να καθαρίσει επιτέλους τα πανεπιστήμια από την Αριστερά που ιδιοποιήθηκε αυτούς τους «κατά την γκραμσιανή έννοια μηχανισμούς του κράτους» και να τους φέρει πίσω στο κράτος, «όπου και ανήκουν». Για να ολοκληρώσει με έναν μνημειώδη για τη σαφήνεια των διατυπώσεων και την καθαρότητα των απόψεων λόγο επιχαίροντας διότι με την υπερψήφιση του Νόμου από την αγία κοινοβουλευτική τριάδα (ΠΑΣΟΚ, ΝΔ και ΛΑΟΣ, για λίγο έχασε τη στήριξη του εξαπτέρυγου Φ. Κουβέλη που «δυσκολεύτηκε») εμφανίστηκε επιτέλους ενωμένος «ο αστικός πολιτικός κόσμος», αποκόπτοντας έστω και με καθυστέρηση δεκαετιών τον ομφάλιο λώρο με τη μεταπολίτευση και τις «ακρότητες» που τη συνοδεύουν έως σήμερα.

Το «εμείς» στα κρίσιμα ζητήματα συναντά αντιστάσεις, παύει λοιπόν να είναι τόσο καθολικό. Και όταν έχει απέναντί του (έστω δημοσκοπικά) ποσοστά που αθροιστικά λίγο υπολείπονται του ενός τρίτου του εκλογικού σώματος (αν δεν συνυπολογίσουμε την παθητική στάση της αποχής ή το λευκό/άκυρο), φαίνεται να πατάει σε σαθρά θεμέλια.

5. Οι «ξένοι»

Η μια όψη του συλλογικού εμείς, αυτή που βρίσκεται απέναντι στον «εσωτερικό εχθρό», φαίνεται να αντιμετωπίζει κάποια προβλήματα: Την «παραφωνία» των κοινωνικών αντιστάσεων που όπως και να εκδηλώνεται υπονομεύει τη «συλλογική ενοχή», το παιχνίδι του «συλλογικού αγώνα» που δίνουμε όλοι για να τα καταφέρουμε. Έχει λοιπόν ανάγκη υποστήριξης από τη δεύτερη όψη, του χειρισμού των «ξένων», για άλλους του εξωτερικού εχθρού που παραδοσιακά «επιβουλεύεται» το ελληνικό έθνος (άσχετα βέβαια αν η ελληνική επανάσταση διασώθηκε και το νεοελληνικό κράτος υπήρξε εξαιτίας των «ξένων»).

Κατ’ αρχάς οι «ξένοι» έστω και ουδέτερα υπάρχουν για να συγκροτηθεί το συλλογικό εμείς, γεγονός που πιστοποιείται από φράσεις όπως «πόσα χρωστάμε στους δανειστές μας». Εδώ αναπλάθεται το εθνικό «εμείς», που «χρωστάμε» σε «δανειστές» «έξω από μας», άρα «ξένους», πρώτο βήμα που πολύ εύκολα και ανάλογα με τη συγκυρία μπορεί να μετασχηματιστεί σε ζήτημα «εθνικής σύγκρουσης», με τους «ξένους»: «Εμείς απέναντι στους ξένους δανειστές μας!»

Μόνο που πόσο «ξένοι» μπορεί να είναι οι δανειστές μας σε μια οικονομική και νομισματικά ένωση; Ή πόσο «ξένο» είναι όταν το 25% περίπου του χρέους διακρατείται από ελληνικές τράπεζες, την Τράπεζα της Ελλάδος και ελληνικά Ασφαλιστικά Ταμεία; Και πόσο ομοιογενείς είναι αυτοί οι «ξένοι» πιστωτές, όταν είναι εμπορικές τράπεζες, η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, Ασφαλιστικά Ταμεία, άλλοι επενδυτές και κράτη με βάση την πρόσφατη δανειακή σύμβαση;

Αλλά ακόμα και αν οι «ξένοι» είναι ή δεν είναι ξένοι, σε ποια βάση μπορεί κανείς να ταυτίζει κάποιον που επιβιώνει από την εργασία του με το ελληνικό καπιταλιστικό κράτος και τα κοινωνικά του στηρίγματα, τις μερίδες του κεφαλαίου και τους συμμάχους τους, μιλώντας αδιαφοροποίητα για «τη χώρα» και το συμπαγές «εμείς» που μάλιστα οφείλει να συγκροτηθεί σε σώμα για να αντιμετωπίσει τους «ξένους»;

Μπορεί αυτό το φόβητρο των «ξένων» να συγκαλύψει το κοινωνικό συμβόλαιο που έχει συνάψει το ελληνικό καπιταλιστικό κράτος με τις μεσαίες τάξεις, «ανεχόμενο» τη φοροδιαφυγή, ευνοώντας την «από τα κάτω» ιδιωτικοποίηση των κοινωνικών υπηρεσιών, προάγοντας τις πελατειακές σχέσεις; Μπορεί να χρησιμεύσει ως άλλοθι συσκοτίζοντας τη νόμιμη φοροασυλία που έχει δώσει το κράτος στο κεφάλαιο και τους φορείς του, διατηρώντας την μάλιστα πεισματικά και απροκάλυπτα ανέπαφη μέσα στην κρίση, αφού εισπράττει βιαίως χαράτσια από τους μελλοντικούς ανέργους και από αυτούς που μόλις επιβιώνουν από τη σύνταξή τους για να καλύψει τα «κενά στα έσοδα» που προκύπτουν από την «αδυναμία» των φοροεισπρακτικών μηχανισμών; Ποιος αλήθεια δέχεται έστω και υπό την πίεση της καθημερινής ανελέητης προπαγάνδας την πρόφαση της κρίσης χρέους που αξιοποιεί το κράτος για να επιβάλει την πιο άγρια, μετά τον Πόλεμο, αναδιανομή εισοδήματος υπέρ του κεφαλαίου, και να καταργήσει εργασιακά και κοινωνικά δικαιώματα δεκαετιών υπέρ του εργοδοτικού δεσποτισμού;

6. (Δι)έξοδος

Υπάρχουν βέβαια και ορισμένοι εντός της Αριστεράς θιασώτες της «εδώ και τώρα» εθνικής λύσης που θα απαλλάξει τη χώρα μια και καλή από το άγος του χρέους: Στάση πληρωμών, έξοδος από το ευρώ, επιστροφή στη δραχμή και νέα αναπτυξιακή πορεία. Μάλιστα έχουν επεξεργαστεί και «τεχνικές λεπτομέρειες» της διαδικασίας, προτείνοντας λύσεις για το ύψος της υποτίμησης του νέου νομίσματος,  για την αποτροπή της φυγής κεφαλαίων προς το εξωτερικό, για το ύψος επιτρεπτών αναλήψεων από τους καταθετικούς λογαριασμούς, κλπ. Αισθανόμενοι προφανώς αρκετά ασφαλείς στη θαλπωρή του εθνικού περιβάλλοντος και τις –σύμφωνα με τις εκτιμήσεις τους– περιορισμένες δυνατότητες του (προφανώς «παρασιτικού») ελληνικού καπιταλισμού, ο οποίος θα συμπαρασυρθεί από το θετικό κλίμα της εθνικής αναδίπλωσης για να μπει στην υπηρεσία του «εθνικού αναπτυξιακού σχεδιασμού». Ένα νέο «προοδευτικό» εμείς,  αντεστραμμένο είδωλο του ορθόδοξου του κυρίαρχου λόγου.

Είναι εξαιρετικά ενδιαφέρον ότι παρόμοιες σκέψεις ακούγονται και στα διεθνή media από οικονομικούς σχολιαστές που με τον ένα ή τον άλλο τρόπο απηχούν τις απόψεις συγκεκριμένων μερίδων του κεφαλαίου και των συμφερόντων τους. Ενδιαφέρον και φυσιολογικό. Γιατί αυτοί αδιαφορούν για ορισμένες «υποδιαστολές» στη ροή της ιστορίας, όπως π.χ. αν μεγάλες μερίδες του πληθυσμού της χώρας θα πέσουν σημαντικά κάτω από το όριο της φτώχειας για μεγάλο χρονικό διάστημα μέχρι να έρθει πάλι να καλύψει το κενό ένα νέο «οικονομικό θαύμα», στηριγμένο «στο αίμα, τον ιδρώτα και τα δάκρυα» της εργασίας.

Στέκονται μόνο στο «όραμα» της αυτοδύναμης ανάπτυξης (ενδεχομένως για να ικανοποιηθεί και η ανεκπλήρωτη επιθυμία τους να αποκτήσει επιτέλους η Ελλάδα βιομηχανία παραγωγής εργαλειομηχανών, πράγμα που βεβαίως είχε πετύχει το προηγμένο Κιργιστάν της ΕΣΣΔ στη δεκαετία του ’60), της τόνωσης των εξαγωγών, της παραγωγής, της «πραγματικής οικονομίας». Γιατί φαίνεται ότι μέσα στον «αναπτυξιακό» οίστρο τους ξεχνούν ότι στην καπιταλιστική κοινωνία που ζούμε δεν πωλούν το προϊόν οι εργαζόμενοι, ούτε κάνουν εξαγωγές. Παράγει, εξάγει και συσσωρεύεται το κεφάλαιο, που από τα όποια κέρδη του στην ελληνική ή διεθνή αγορά θα επιτρέψει ως αμοιβή της εργασίας αυτό που του επιβάλλουν οι συσχετισμοί δύναμης.

Η έξοδος από το Ευρώ ως λύση στα προβλήματα της εργασίας στο συσχετισμό δύναμης με το κεφάλαιο είναι άλλη μια χίμαιρα που απαντάει στα ζητούμενα της συγκυρίας με τα «εθνικοαπελευθερωτικά» ιδεολογήματα του παρελθόντος, που με μαθηματική ακρίβεια οδήγησαν σε επαναληπτικά αδιέξοδα. Όμως οι ατελέσφορες και συχνά καταστροφικές ιδεολογίες της Αριστεράς ελλείψει πρακτικής διεξόδου επανέρχονται αέναα, γιατί έχουν κάτι από το υλικό που φτιάχνονται τα όνειρα. Και όταν η πραγματικότητα δεν υποτάσσεται στα ιδεολογήματα, τότε τα όνειρα αποτελούν για ορισμένους μια έστω προσωρινή διέξοδο.

7. Πόλεμος

Η κυβέρνηση συχνά χρησιμοποιεί στο καθημερινό λεξιλόγιό της πολεμική φρασεολογία: Βρισκόμαστε σε πόλεμο, δίνουμε μάχες, όπλο μας είναι το αρραγές εσωτερικό μέτωπο, και άλλα ηχηρά από το χώρο των πολεμικών τεχνών. Ταυτόχρονα αξιοποιεί όλα τα μέσα που διαθέτει για να διαστρεβλώνει την πραγματικότητα και να μεταθέτει τις ευθύνες: Από την κρατική διαχείριση στους ξένους και τους εργαζόμενους, από την κυβέρνηση στην αντιπολίτευση και τις υποκινήσεις των κοινωνικών αγώνων, από την ίδια στα «τερατώδη» κρατικά συνδικάτα που η ίδια εξέθρεψε για να τιθασεύσει με όργιο συναλλαγής τους εργαζόμενους. Και όλα με αφορμή την κρίση που τη χρησιμοποιεί ως πρόφαση για να «καταργήσει την τελευταία σοβιετική κοινωνία που έχει απομείνει στην Ευρώπη» (Μ. Χρυσοχοΐδης σε στιγμές εθνεγερτικής ανάτασης).

Η κυβέρνηση είναι απροκάλυπτη στις στοχεύσεις και τις μεθοδεύσεις της. Προωθεί «μεταρρυθμίσεις» που έχουν «καθυστερήσει» δεκαετίες.

Η Αριστερά τι πρέπει να αντιτείνει; Την «εθνική παραγωγική αναδίπλωση»; Την ηρωική «εθνικοαπελευθερωτική» μάχη κατά των «ξένων και των συνεργατών» τους; Τη διορθωτική παρέμβαση στα ιδεολογήματα του κρατικού απολυταρχισμού όπως μονίμως ονειρεύονται οι εκσυγχρονιστικά αριστερίζοντες; Ή μήπως τη συστράτευση κάτω από την ομπρέλα του φαντασιακού «εμείς», της αρμονικής συλλογικότητας θυμάτων και θυτών, κυνηγών και θηραμάτων;

Το σκηνικό αυτό δεν μεταρρυθμίζεται. Οφείλει να ανατραπεί. Η κρίση από κρίση της εργασίας να γίνει κρίση του κεφαλαίου. Να προστατευθούν οι εργαζόμενοι και οι λαϊκές τάξεις, να επανεκκινήσει η ανάπτυξη σε νέες βάσεις, να προταχθούν οι κοινωνικές ανάγκες και όχι η μεγιστοποίηση των κερδών.

Ακούγεται ουτοπικό μπροστά στην παντοδυναμία του κεφαλαίου. Και οι δεινόσαυροι όμως ήταν κάποτε απόλυτοι κυρίαρχοι στη γη…

____________________________________



Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου