Οι αντιφάσεις της κουνιανής επιστημολογίας
Τα κριτήρια ορθολογικότητας που πρότεινε ο Kuhn εξισώνουν την ορθολογικότητα με την αποτελεσματικότητα και την παραγωγικότητα. Η αποτελεσματικότητα και η παραγωγικότητα ενός παραδείγματος δεν μπορεί να αποτελέσει ικανή και αναγκαία επιστημολογική συνθήκη για την θεμελίωση της ορθολογικότητάς της. Ένα παράδειγμα που δεν οδηγεί για κάποιο αρχικό διάστημα σε προβλέψεις ή δεν είναι θεωρητικά γόνιμο πρέπει να εγκαταλειφθεί σύμφωνα με τον Kuhn αποκλείοντας την πιθανότητα το παράδειγμα αυτό αργότερα να αποδειχθεί ιδιαίτερα γόνιμο, να οδηγήσει σε επιτυχημένες προβλέψεις και να διαθέτει ισχυρή επεξηγηματική δύναμη (Κιντή,1995:140). Επίσης ενώ ο Kuhn αποδέχεται ότι κάθε παράδειγμα θεμελιώνεται σε μια διαφορετική έκφραση του ορθολογικού, διατυπώνει εμμέσως ένα καθολικό κριτήριο ορθολογικότητας.
Την αποτυχία του Kuhn να συνδυάσει δύο αντιφατικά στοιχεία της θεωρίας του, την ύπαρξη ασυνεχειών στην ιστορία της επιστήμης και ταυτόχρονα την αποδοχή της επιστημονικής προόδου προσπαθεί να ξεπεράσει ο Σταυρακάκης ο οποίος αξιοποιεί έννοιες της λακανικής ψυχανάλυσης. Ο Σταυρακάκης καθιστά την ίδια την ασυνέχεια που εισάγει το Πραγματικό ως επιστημολογικό κριτήριο που νομιμοποιεί ένα παράδειγμα ως ορθολογικό και προοδευτικό.
Η λακανική επιστημολογία
Το Πραγματικό αντιστέκεται στις προσπάθειες της επιστήμης να το κατανοήσει, να το εξηγήσει δηλαδή να οικειοποιηθεί γνωστικά. Η αντίσταση του Πραγματικού στις κατασκευές μας δείχνει την ανεξαρτησία του από αυτές (Baltas,1992:5) και θεμελιώνει ένα είδος αρνητικού ρεαλισμού (Baltas,1992:5). Ο κονστρουξιονιστικός ρεαλισμός της λακανικής επιστημολογίας παρουσιάζει ομοιότητες με τον συγκρατημένο κονστρουκτιξιονισμό της N. Katharine Ηayles ο οποίος στηρίζεται στην διάκριση της κοινωνικής κατασκευής από «τον κόσμο των φυσικών ορίων, των εμποδίων που θέτει η φυσική στιβάδα στη ζωή των κατασκευών αυτών» (Σταυρακάκης,1999:176). Επίσης ο ρεαλιστικός κονστρουξιονισμός που θεμελιώνει ο Σταυρακάκης ταυτίζεται σε μεγάλο βαθμό με την αλτουσσεριανή επιστημολογία η οποία αξιοποιεί στο έπακρο βασικές έννοιες της λακανικής ψυχανάλυσης. Βέβαια στην αλτουσσεριανή επιστημολογία απουσιάζει εντελώς μια θεωρία ανάλυσης του λόγου.
Με αυτό τον τρόπο ο Σταυρακάκης δεν αρνείται ότι η επιστήμη αποτελεί κοινωνική κατασκευή αλλά ταυτόχρονα δεν αρνείται και την ύπαρξη της πραγματικότητας. Αντιτίθεται τόσο στον μεταμοντέρνο σολιψισμό όσο και στον ακραίο μοντέρνο αντικειμενισμό (Σταυρακάκης,1999:176). Η ύπαρξη της πραγματικότητας εξάγεται από το γεγονός ότι αυτή οδηγεί σε αποτυχία τις κατασκευές μας. Στόχος της επιστήμης είναι να προσεγγίσει το Πραγματικό, ωστόσο ποτέ αυτό δεν είναι πλήρως δυνατό. Ο Σταυρακάκης θέτει την εμπειρία του Πραγματικού ως επιστημολογικό κριτήριο με βάση το οποίο η επιστημονική κοινότητα μπορεί να απορρίψει ως ανορθολογική κάποια κατασκευή και να υιοθετήσει κάποια άλλη.
Ο Σταυρακάκης ταυτίζει το κουνιανό Παράδειγμα με μια συμβολική κατασκευή ενώ οι άλυτοι γρίφοι που συνιστούν ανωμαλία εντός του Παραδείγματος ταυτίζεται με την αποσταθεροποίηση και τέλος την εξάρθρωση της συμβολικής δομής από το Πραγματικό (Σταυρακάκης,1999:168). Η ανωμαλία συνιστά ρήξη του Συμβολικού από το Πραγματικό της φύσης. Σύμφωνα με την λακανική επιστημολογία που επιδιώκει να συγκροτήσει ο Σταυρακάκης, η σημασία και η εγκυρότητα μιας κατασκευής αποδεικνύεται στο πλαίσιο της αλληλεπίδρασης της με το μέρος της φύσης που της διαφεύγει. Η επιβίωση και η ηγεμονική δύναμη των κατασκευών εξαρτάται από την ικανότητά τους να ανταπεξέλθουν στην επαφή τους με το ασταθές και μη αναπαραστάσιμο Πραγματικό της φύσης (Σταυρακάκης,2008:151). Όταν μια συμβολική κατασκευή έρχεται σε αντίθεση με την εμπειρία τότε, αυτή χάνει την αποδοχή της και μια άλλη κατασκευή που μπορεί να ενσωματώσει θεωρητικά αυτή την εμπειρία του Πραγματικού καταλαμβάνει την θέση της.
Ο Σταυρακάκης αναφέρει ένα παράδειγμα ώστε να γίνει πιο κατανοητός. Αναφέρει για παράδειγμα την εξήγηση της έκρηξης ενός ηφαιστείου από έναν μάγο μιας φυλής ως εκδήλωση του θυμού των θεών. Η άποψη του μάγου ότι μια θυσία μπορεί να εξευμενίσει τους θεούς και να σταματήσει το ηφαίστειο χάνει την ηγεμονική της ισχύ όταν οι εκρήξεις παρά την θυσία συνεχίζονται. Τότε είναι η κατάλληλη στιγμή για να γίνει αποδεκτή μια επιστημονική άποψη από γεωλόγους οι όποιοι μπορούν να προβλέψουν επιτυχώς την εξέλιξη του φαινομένου. Η παλιά κατασκευή εξαρθρώνεται για να πάρει την θέση της μια καινούργια κατασκευή που μπορεί να οικειοποιηθεί γνωστικά το Πραγματικό.
Σύμφωνα με τον Σταυρακάκη οι συμβολικές αναπαραστάσεις πάντα θα αποτυγχάνουν να αναπαραστήσουν την φύση στην ολότητά της (Σταυρακάκης,2008:178) και για αυτό η επιστήμη θα είναι πάντα εξαναγκασμένη να αποτυγχάνει μερικώς στο εγχείρημά της. Ωστόσο αυτή η διαρκής αποτυχία δεν οδηγεί σε ένα τέλμα αλλά σε μια διαρκή επιστημονική επανάσταση (Stavrakakis,2007:10). Η διαρκής επανάσταση ορίζεται ως συνεχής εγγραφή των ορίων του συμβολικού μέσα από την διαλεκτική σχέση του με το Πραγματικό.
Οι αντιφάσεις της λακανικής επιστημολογίας
Το Πραγματικό μπορεί να αποτελεί απλά ένδειξη ότι η παλιά αρμονία εξαρθρώνεται για να καθιερωθεί μια νέα φαντασίωση αρμονίας. Η ρήξη του Πραγματικού σηματοδοτεί την αλλαγή παραδείγματος αλλά δεν αρκεί για να επιβεβαιωθεί ο ισχυρισμός ότι η αλλαγή αυτή είναι προοδευτική και βασίζεται στην ορθολογική κρίση της επιστημονικής κοινότητας. Ο Σταυρακάκης υποστηρίζει ότι η επιστημονική κοινότητα μπορεί εκ των προτέρων να αξιολογήσει δύο κατασκευές ενώ αυτό είναι αδύνατο. Η εξάρθρωση που επιφέρει το Πραγματικό μπορεί να αξιολογηθεί θετικά ή αρνητικά μόνον εκ των υστέρων. Η διαρκής επιστημονική επανάσταση που υποστηρίζει ο Σταυρακάκης (Stavrakakis,2007:10) απωθεί το ενδεχόμενο της ύπαρξης μη προοδευτικών μεταβάσεων μεταξύ των παραδειγμάτων.
Ένα ακόμη πρόβλημα της λακανικής επιστημολογίας όπως αυτή διατυπώνεται από τον Σταυρακάκη, είναι ότι αυτή προϋποθέτει την ύπαρξη κρίσιμων πειραμάτων ή παρατηρήσεων οι οποίες οδηγούν στην τελική απόρριψη του παλιού παραδείγματος και του ενστερνισμού του καινούργιου. Ωστόσο δεν υπάρχει ποτέ κάποιο τέτοιο κρίσιμο πείραμα ή παρατήρηση παρά μόνο θεωρούνται κάποια ως τέτοια από την ιστορία της επιστήμης ως προϊόν σύμβασης και πάντα κάτω από την οπτική του σύγχρονου και κυρίαρχου παραδείγματος. Η ιστορία της επιστήμης γράφεται έτσι ώστε να φαίνεται απόλυτα ορθολογική η μετάβαση από το πρότερο στο ύστερο παράδειγμα μέσα από την κατασκευή κρίσιμων πειραμάτων.
Η λακανική επιστημολογία έτσι όπως διατυπώνεται από τον Σταυρακάκη επικεντρώνεται στο αντικείμενο της επιστήμης και τον διαχωρισμό του από το πραγματικό αντικείμενο. Ωστόσο η ανάλυση του Σταυρακάκη αφήνει κάποια τυφλά σημεία που αφορούν την συγκρότηση του επιστημικού υποκειμένου και την σχέση του με το αντικείμενο της επιστήμης. Ο Σταυρακάκης δεν προχωρά σε μια ανάλυση της επιθυμίας του επιστήμονα, της απόλαυσής του καθώς και στην φαντασίωση αρμονίας που τον διακατέχει. Με αυτόν τον τρόπο δεν κατορθώνει να αναλύσει την επιστήμη ως ιδεολογία και το συνεχές ξεπέρασμα της ιδεολογίας ως ξεπέρασμα επιστημολογικών εμποδίων.
Συμπεράσματα
Το επιστημολογικό κριτήριο (Πραγματικό) που θέτει ο Σταυρακάκης αποτελεί ουσιαστικά ένα κριτήριο βασισμένο στην μη αποτελεσματικότητα ενός παραδείγματος, στην αρνητική του αποτελεσματικότητα. Η αδυναμία ικανοποιητικών προβλέψεων ή/και η διάψευση των ισχυρισμών που απορρέουν από ένα παράδειγμα αποτελεί ένα ανεστραμμένο κριτήριο ορθολογικότητας της κουνιανής επιστημολογίας στην οποία έμφαση δίνεται στην παραγωγικότητα μιας θεωρίας. Το Πραγματικό ως επιστημολογικό κριτήριο αποτελεί μια ιδιότυπη παραλλαγή του εργαλειακού ορθολογισμού που αποδίδει έμφαση στο αρνητικό πρόσημο της παραγωγής. Ο Σταυρακάκης επαναδιατυπώνει τους ισχυρισμούς του Kuhn ανεστραμμένους τονίζοντας όχι την αποδοχή ενός νέου παραδείγματος αλλά την απόρριψη του παλιού. Η έννοια του Πραγματικού κρίνεται ατελέσφορη για να αποτελέσει επιστημολογικό κριτήριο που θα καθιστά προνομιούχο κάποιο παράδειγμα έναντι κάποιου άλλου.
Τέλος ο Σταυρακάκης υποστηρίζει την ύπαρξη μιας διαρκούς επιστημονικής επανάστασης (Stavrakakis,2007:10) και αποδίδει εκ των προτέρων αναγκαιότητα κατά την μετάβαση από το ένα παράδειγμα στο άλλο. Η αναγκαιότητα της προοδευτικής μετάβασης από το πρότερο παράδειγμα στο επόμενο, δίνει ντετερμινιστικό χαρακτήρα στην εξέλιξη της επιστήμης. Η αποδοχή της ενδεχομενικότητας απαιτεί την αποδοχή της πιθανότητας η επιστήμη να μην ακολουθεί διαρκώς προοδευτική πορεία ή ακόμη και την πιθανότητα να αποτύχει ολικά ως γνωσιακό εγχείρημα.
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
Baltas, A. (1992). Constraints and resistance: stating a case for negative realism. Scientific Realism and Empirical Theories. Napoli.
Σταυρακάκης, Γ. (2008). Ο Λακάν και το πολιτικό. Εκδόσεις Ψυχογιός. Αθήνα.
Σταυρακάκης, Γ. (1999).Φύση
και επιστημονικός λόγος στις νεωτερικές κοινωνίες: το επιχείρημα της
κατασκευής. Στο Φύση Κοινωνία Επιστήμη: στην εποχή των τρελών αγελάδων.
Διακινδύνευση και αβεβαιότητα. Επιμ. Λουλούδης, Λ., Γεωριάδου, Β.,
Σταυρακάκης, Γ. Εκδόσεις Νεφέλη. Αθήνα.
Stavrakakis Y. (2007). The Lacanian Left: Psychoanalysis, Theory, Politics. Edinburgh: Edinburgh University Press.
Κάλφας Β. (1997). Επιστημονική πρόοδος και ορθολογικότητα. Νήσος.
Κιντή Β. (1995). Kuhn & Wittgenstein: Φιλοσοφική έρευνα της δομής των επιστημονικών επαναστάσεων. Σμίλη . Αθήνα
Kuhn, T. S. (1962), Η δομή των επιστημονικών επαναστάσεων. Σύγχρονα Θέματα. Αθήνα.
_______________________________
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου