Πέμπτη 17 Μαΐου 2012

ΠΟΝΤΟΣ ( VI )


            
                Η ΠΟΝΤΙΑΚΗ ΛΥΡΑ

Η Ποντιακή λύρα είναι ένα τρίχορδο μουσικό όργανο που παίζεται κυρίως από αυτούς που κατάγονται ή κατοικούν στην περιοχή του Πόντου (βορειοανατολική Τουρκία), στην Βόρεια Ελλάδα, και σε πολλά άλλα μέρη του κόσμου. Είναι επίσης γνωστή ως κεμεντζέ ή λύρα του Πόντου. Είναι χωρίς αμφιβολία το μουσικό όργανο που προσδιορίζει τον ποντιακό ελληνικό πολιτισμό και έχει μια πολύ ιδιαίτερη μελωδία σε αντίθεση με οποιοδήποτε άλλο όργανο.

Η ποντιακή λύρα είναι ένα στενό σε σχήμα κουτιού σώμα (σκάφος) που περιλαμβάνει έναν λαιμό (γούλα) ,ένα κεφάλι (κιφάλ), και ένα καπάκι που καλύπτει το σώμα. Το σώμα της λύρας είτε κατασκευάζεται από ένα ενιαίο κομμάτι ξύλου, είτε αποτελείται από σύνθεση κομματιών ξύλου. Καλύτερες λύρες θεωρούνται όσες κατασκευάζονται από εξαιρετικά πυκνά ξύλα (δαμασκηνιά, μουριά και καρυδιά). Όχι σπάνια χρησιμοποιείται και ο κέδρος. Το καπάκι, όμως, φτιάχνεται από ξύλο πεύκου ή έλατο.
Οι πλευρές του σώματος της ποντιακής λύρας έχουν περίπου 2-3 mm πάχος, όπως και το καπάκι. Τα κλειδιά αποτελούνται από σκληρό ξύλο (συνήθως το ίδιο ξύλο με αυτό του σώματος) και βρίσκονται στο μπροστινό μέρος της λύρας . Οι χορδές κατασκευάζονται από σύρμα, αν και το έντερο των προβάτων μπορεί επίσης να χρησιμοποιηθεί για τις δύο χαμηλότερες χορδές. Όταν χρησιμοποιούνται χορδές από σύρμα, χρησιμοποιούνται δύο χορδές από βιολιά Α (la), ενώ η ψηλή χορδή είναι μια χορδή κιθάρας 14 (Si).

Κατά παράδοση, το τοξάρι (δοξάρι) γινόταν από κλαδί ελιάς, παρόλα αυτά σήμερα οποιοδήποτε ελαφρύ κομμάτι ξύλου χρησιμοποιείται για την κατασκευή του τοξαριού. Η τρίχα από την ουρά αρσενικού αλόγου θεωρείται ως η ιδανική επιλογή, εντούτοις η συνθετική τρίχα μπορεί επίσης να χρησιμοποιηθεί. Παίζοντας, η ένταση της τρίχας του τοξαριού ελέγχεται από το δεύτερο και τρίτο δάχτυλο ενώ το τοξάρι κρατιέται με την παλάμη προς τα πάνω .

Αυτό το μουσικό όργανο είναι κουρδισμένο σε τέταρτα. Ο λυράρης μπορεί να παίξει την ποντιακή λύρα είτε όρθιος είτε καθισμένος κρατώντας την λύρα όρθια. Όταν ο λυράρης παίζει καθισμένος την ποντιακή λύρα, το κάτω μέρος του μουσικού αυτού οργάνου στηρίζεται μεταξύ των μηρών του (λυράρη). Οι χορδές αγγίζονται με τη σάρκα των δάχτυλων, όχι με τα νύχια. Δεν υπάρχει κανένα vibrato. Ένα ιδιαίτερο χαρακτηριστικό της ποντιακής λύρας είναι η πολυφωνία του, όπου διπλοχορδίες και παράλληλα τέταρτα κυριαρχούν. Η μετακίνηση καρπών επίσης χρησιμοποιείται, κυρίως στους γρηγορότερους σκοπούς. 

ΙΣΤΟΡΙΑ

Η προέλευση της ποντιακή λύρας είναι πολύ δύσκολο να προσδιορισθεί λόγω έλλειψης καταγεγραμμένων ιστορικών πηγών. Η λέξη κεμεντζέ θεωρείται ότι προέρχεται από τις περσικές λέξεις keman (δοξάρι) και che (μικρό). Το kamancheh ή kamāncha είναι ένα περσικό έγχορδο μουσικό όργανο που «συγγενεύει» με το έγχορδο rebab (τον ιστορικό πρόγονο του kamancheh) και επίσης με την έγχορδη βυζαντινή λύρα που είναι πρόγονος της ευρωπαϊκής οικογένειας βιολιών. Η απάντηση θα μπορούσε κάλλιστα να είναι ότι η ποντιακή λύρα σχετίζεται και με το kamancheh και με την βυζαντινή λύρα.
 
Πιό πρόωρη γνωστή απεικόνιση της λύρας
σε μια βυζαντινή κασετίνα ελεφαντόδοντου (900 - 1100 μ.χ).

Πιό πρόωρη γνωστή απεικόνιση της λύρας σε μια βυζαντινή κασετίνα ελεφαντόδοντου (900 - 1100 μ.χ).
Γεωγραφικά η ποντιακή λύρα παίχτηκε στις περιοχές εκείνες που κάποτε συνιστούσαν την Βυζαντινή Αυτοκρατορία της Τραπεζούντας (από την Σαμσούντα μέχρι ανατολικά της Τραπεζούντας). Σήμερα, σε αυτήν την περιοχή που βρίσκεται στη βορειοανατολική Τουρκία, η κεμεντζέ παίζεται εκτενώς και λέγεται Καραντενίζ κεμεντζέ. Το μουσικό αυτό όργανο γενικά δεν παίζεται σε άλλα μέρη της Τουρκίας.

Οι Έλληνες του Πόντου, που έζησαν σ'αυτή την περιοχή για σχεδόν 3000 χρόνια, και που εκδιώχθηκαν το 1923 στο πλαίσιο ανταλλαγής πληθυσμών μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας , μερικές φορές ονομάζουν το μουσικό αυτό όργανο απλά 'λύρα'.

Ο Laurence Picken γράφει: «Ποτέ δεν θα μάθουμε τι έπαιζε με την λύρα του ένας αγράμματος λυράρης στις αρχές του Μεσαίωνα, αλλά το πολυφωνικό παίξιμο της λύρας από εκείνους που ζουν στα παράλια της Μαύρης Θάλασσας, στη ζώνη της καλλιέργειας φουντουκιών μεταξύ Κερασούντας και Χόπα, θα μπορούσε χωρίς υπερβολή να περιγραφεί ως σχεδόν-μεσαιωνικό».

Ο Πόντιος λυράρης παίζει εύθυμα, τονώνοντας τους χορευτές.


ΠΗΓΕΣ

Instrumental Polyphonic Folk Music in Asia Minor. Laurence Picken. Proceedings of the Royal Musical Association. 80th session (1953-1954). pp 73-76 

Polyphony in Touloum Playing by the Pontic Greeks. Christian Ahrens. Yearbook of the Inrenational Folk Music Council. Vol 5. (1973), pp 122-131 


του Αριστείδη Τσιλφίδη
αναδημοσίευση απο Παγκόσμιος Πόντος -PontosWorld



________~♈~________ 


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου